Αννιβαλιανός

Αννιβαλιανός
Βλ. λ. Ανιβαλιανός.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Ανιβαλιανός ή Αννιβαλιανός — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αφράνιος (3ος αι. μ.Χ.). Ρωμαίος στρατηγός. 2. Βυζαντινός στρατιωτικός (4ος αι. μ.Χ.). Ανιψιός και γαμπρός του Μεγάλου Κωνσταντίνου, που μαζί με τον αδελφό του Δαλμάτιο διακρίθηκε σε πολλές μάχες. Το 336 μ.Χ., ο Μέγας …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”